- ούτι
- Χορδόφωνο μουσικό όργανο της οικογένειας του λαούτου. Η ονομασία του προέρχεται από το αραβικό Al Ud, που σημαίνει ξύλινο όργανο και είναι γνωστό από την αρχαιότητα. Το ο., που συχνά συγχέεται με το λαούτο, δεν είναι όργανο συνοδείας, αλλά παίζει τη μελωδία και ο ήχος του είναι μια οκτάβα πιο οξύς από του σημερινού λαούτου. Έχει πέντε διπλές χορδές, που κουρδίζονται κατά τέταρτες καθαρές. Έχει ηχείο απιόμορφο, μεγαλύτερο από του λαούτου και κοντό βραχίονα. Το μήκος του κυμαίνεται μεταξύ 70 και 85 εκ. Το ο. ήταν διαδεδομένο μεταξύ του ελληνισμού της Τουρκίας. Σήμερα τείνει να εξαφανιστεί από την Ελλάδα.
Το ούτι, που τείνει να εξαφανιστεί είναι όργανο γνωστό από την αρχαιότητα. (Από τη συλλογή του κέντρου λαογραφίας της Ακαδημίας).
* * *τοέγχορδο μουσικό όργανο που μοιάζει με λαγούτο, έχει μεγάλο απιοειδές και κοντό ηχείο, φαρδύ μπράτσο με κεφαλή που σχηματίζει ορθή γωνία, πέντε συν. διπλές χορδές και παίζεται με πένα, αλλ. ουντ.[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. ut].
Dictionary of Greek. 2013.